Η Καβάλα ανακαλύπτει την ιστορία της σε μια πολυτελή δίτομη έκδοση 537 σελίδων που μετά από τέσσερα χρόνια δουλειάς έρχεται στο φως
“Η παλιά πόλη της Καβάλας (7ος π.χ. – 20ος αι. ) Ο χώρος, οι άνθρωποι, τα τεκμήρια της ιστορίας”
κυκλοφορεί από τον εξωραϊστικό πολιτιστικό σύλλογο της Παναγίας “Το Κάστρο” και παρουσιάζει την ιστορική διαδρομή της πόλης μας στο χρόνο.

Για την έκδοση δούλεψαν αφιλοκερδώς επιφανείς καβαλιώτες επιστήμονες και φωτογράφοι, καταθέτοντας ένα έργο που θα αποτελέσει σταθμό στα εκδοτικά χρονικά της πόλης μας. Στην δίτομη έκδοση φιλοξενούνται κείμενα των αρχαιολόγων : Μαρίας Νικολαίδου -Πατέρα, Μιχάλη Λυχούνα, Κωνσταντίνου Τσουρή των ιστορικών Κυριάκου Λυκουρίνου, Νίκου Ε. Καραγιαννακίδη και του αρχιτέκτονα Αργύρη Μπακιρτζή και φωτογραφίες από τους Μαρία Καλογιώργη, Θωμά Κολιτσίδη, Θεόδωρο Παπαδόπουλο, Γιώργο Παρσαλίδη, Αχιλλέα Σαββόπουλο.
Η επιμέλεια της έκδοσης έγινε από τους Βασίλη Κυριλλίδη και Ελένη Γαραντούδη.

Η έκδοση διατίθεται από όλα τα βιβλιοπωλεία της πόλης και από τον εξωραϊστικό σύλλογο της Παναγίας.

2007_03_11

Έγραψαν για το βιβλίο

πριν ξεθωριάσουν οι εικόνες…*

Η παλιά συνοικία της πόλης μας είναι η μόνη, όπου βαδίζοντας στα στενά της έχεις την αίσθηση πως πατάς πάνω στα βήματα χιλιάδων ανθρώπων που προηγήθηκαν. Ολόγυρα αντικρίζεις σπίτια, στα οποία γεννήθηκαν και μεγάλωσαν άνθρωποι που έχουν χαθεί από χρόνια. Και φεύγεις με την επίγνωση πως πολλά θα παραμείνουν στη θέση τους, χρόνια μετά που κι εσύ θα ‘χεις χαθεί.

Περιδιαβαίνοντας όμως στα στενά της Παναγίας δεν αργείς να διαπιστώσεις πως όλα τα κτίρια δεν αξιώθηκαν την ίδια μοίρα. Κάποια ετοιμόρροπα, απογυμνωμένα από την πάλαι ποτέ αξιοπρέπειά τους, απομένουν να επαιτούν τη βοήθειά μας, ή να μας απειλούν με την ίδια τους την κατάρρευση. Κάποια άλλα, πιο καλότυχα, κέρδισαν παράταση ζωής, και έγιναν κατοικίες των απογόνων των πρώτων τους κατοίκων, ή των μεταναστών, για τους οποίους το φτηνό νοίκι αποτελεί πρωτεύον κίνητρο. Μαζί τους συνυπάρχουν κι εκείνα που εισχώρησαν δολίως στον οικισμό, καταπατώντας τους νόμους και τους κανόνες του. Τα πιο νέα απ’ αυτά ορθώνονται περήφανα, σκιάζοντας με την αλαζονεία τους τα γειτονικά. Τα παλαιότερα έχουν αποδεχτεί την αδυναμία τους να επιβληθούν στον χαρακτήρα της συνοικίας, και στέκουν ένοχα, σαν να γνωρίζουν πως, σε αντίθεση με τους φτωχούς παραδοσιακούς τους γείτονες, για το δικό τους το χαμό δεν θα ενδιαφερθεί κανείς.

Λένε πως το παρόν είναι μια λεπτή συνδετική γραμμή, που το μέλλον διαβαίνει στιγμιαία, πριν αποτεθεί στο παρελθόν. Ίσως γι’ αυτό, όταν η σκέψη βρεθεί στα μέρη του κάποτε, να αποκτά την τάση να επεκτείνεται στις περιοχές του μετά. Μέσα στα στενά της ‘Παναγίας’, τα έντονα αποτυπώματα του παρελθόντος μοιάζουν να συνεχίζουν στα αόρατα χνάρια των μελλούμενων. Οι σκαλωσιές των αναπαλαιώσεων συμβιώνουν με τις αρχιτεκτονικές αυθαιρεσίες, σ’ έναν αμφίρροπο αγώνα. Κανείς δεν θέλει να στερηθεί τον γραφικό χαρακτήρα μιας παλιάς πόλης. Από την άλλη, κανείς δεν φαίνεται ικανός να σταματήσει την αλληλουχία των επεμβάσεων που τον αποδυναμώνουν. Κάθε σπίτι που αποδίδεται αναπαλαιωμένο, σημαδεύει τη νίκη της διατήρησης του αυθεντικού. Και κάθε άστοχη παρέμβαση ένα ακόμα σημάδι του τέλους μιας εποχής.

Αναλογιζόμενος πως ένα σπίτι εξακολουθεί να ζει, όταν η ζωή αυτών που το κατοίκησαν έχει από καιρό τελειώσει, συμπεραίνεις πως τα κτίρια αποτελούν τους ανθεκτικότερους πρεσβευτές του παρελθόντος. Το συμπέρασμα είναι λάθος. Υπάρχει κάτι ανθεκτικότερο από τα κτίρια. Κάτι που αντέχει ασφαλέστερα στους αιώνες, και δεν επηρεάζεται από σεισμούς, πλημμύρες, πυρκαγιές. Κάτι που αποτελεί την πιο σίγουρη κιβωτό, για να μεταφέρει στο Αραράτ του έσχατου μέλλοντος, τις παρακαταθήκες του μακρινού παρελθόντος.

Το βιβλίο.

Μέσα στις δαιδαλώδεις αίθουσες των βιβλιοθηκών φυλάσσονται όλα αυτά που κατάφεραν να γλιτώσουν από τον οδοστρωτήρα του χρόνου. Τα παλιά βιβλία στα σκονισμένα ράφια είναι μπουκάλια που ταξιδεύουν αέναα στους ωκεανούς των καιρών. Φορείς ονείρων, σκέψεων, και ιδεών, από ανθρώπους και εποχές που δεν υπάρχουν πια. Διασχίζουν αθόρυβα τους αιώνες, κομίζοντας τα κρυφά και φανερά νοήματά τους στις επερχόμενες γενεές. 

Η προσπάθεια για το βιβλίο που κρατάτε, ξεκίνησε από την αγωνία ορισμένων ανθρώπων να προλάβουν να κλείσουν μέσα σε σελίδες ό,τι απομένει ακόμη από αυτή τη γειτονιά, πριν ξεθωριάσουν οι εικόνες της, και σβήσουν εντελώς οι φωνές της. Στηρίχτηκε στη προθυμία άλλων να περισυλλέξουν και να παραδώσουν, ως ακριβή παρακαταθήκη, το προς διάσωση υλικό. Το βιβλίο αυτό είναι μια απόπειρα αθανασίας, ένα ακόμα ριγμένο στη θάλασσα μπουκάλι. Μέσα του βρίσκονται τα στοιχεία που γέννησαν και συνιστούν τη γειτονιά που ζούμε. Διατηρούμε την ευεργετική αυταπάτη πως μαζί του διασώζεται και κάτι από τον ρομαντισμό των εμπνευστών και των συντελεστών του. Παραδίδοντάς το αισθανόμαστε πως έχουμε επιτελέσει ένα δύσκολο χρέος. Τώρα δεν έχουμε παρά να σταθούμε αντίκρυ στο πέλαγος, βλέποντάς το να ξεμακραίνει, μ’ ένα αίσθημα προσμονής και ικανοποίησης, και με την επίγνωση πως, όσο πολύς κι αν ήταν, ο κόπος του άξιζε.

Βασίλης Κυριλλίδης

• από ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη.

Πάνω στο βράχο της…

Πάνω στο βράχο της χτίσαμε τα σπίτια μας, στο γρανίτη της θεμελιώσαμε τις ζωές μας. Μέσα στα τείχη της κλείσανε τα μάτια τους οι πεθαμένοι μας. Στις επάλξεις τους συνεχίζουν να ζουν και να αγωνίζονται, όσοι ζωντανοί.

Η χερσόνησος μπαίνει βαθιά μέσα στη θάλασσα. «Ένα λίθινο άλογο που ιππεύει ο πόντος». Καβάλα στο περήφανο άτι του τόπου μας, χαιρόμαστε την ομορφιά του κι αγωνιούμε για την πορεία του.

Τον ύπνο μας στοίχειωσε το βουητό των κυμάτων, που τσακίζονται στα απόκρημνα βράχια, τις άγριες νύχτες του χειμώνα. Τον ξύπνιο μας οι κρωγμοί των γλάρων, αλλά και το φως του φάρου συντροφιά μ΄ ένα ολόγιομο φεγγάρι, μια γλυκιά νύχτα καλοκαιριού.

Ξεκινώντας να γράψω για το βιβλίο διαπιστώνω πως έχω ήδη παρασυρθεί από μια ποιητικίζουσα, ρομαντική διάθεση. Σ΄ αυτόν τον «νοσηρό» ρομαντισμό, όμως, οφείλεται το σύμπαν αυτής της έκδοσης. Βρίσκω περισσότερο ενδιαφέρον, για μένα, να δώσω τη δική μου εκδοχή για το πώς προέκυψε το βιβλίο. Ένα «ιστορικό» της έκδοσης που, αναπόφευκτα, άλλα πράγματα θα τα τονίζει κι άλλα θα τ’ αποσιωπά…

Μια «φαεινή» ιδέα. Και μια παρόρμηση. Από τη σύζευξή τους γεννήθηκε ο ενθουσιασμός της. Ήταν κολλητικός. Το μικρόβιο μεταδόθηκε σε τόσους όσοι αρκούν για να αρχίσει να παίζεται- και πάλι- το «παιχνίδι» της δημιουργίας ενός έργου συλλογικού, με πρωτότυπα, αδημοσίευτα κείμενα, με εικόνες του χώρου και της ζωής των ανθρώπων της, πριν αυτές ξεθωριάσουν.

Αρχικός φορέας του μικροβίου ήταν η Λένα (Ελένη Παπέλη-Σκαμνιώτη). Οι πρώτοι που το κόλλησαν, οι «κολλητοί» της, η άλλη Λένα κι ο Βασίλης. Μετά «νόσησε» ο Φώτης κι η Σούλα. Δε γλίτωσαν κι οι άλλοι του διοικητικού, ο Απόστολος, ο Γρηγόρης, ο Παναγιώτης κι η Άννα. Ούτε κι ο σύζυγος της Λένας, Ιορδάνης. Οι συγγραφείς μας, ούτως ή άλλως είχαν την προδιάθεση. Ο Νίκος κι ο Κυριάκος, σαν έτοιμοι από καιρό…Ο Αργύρης προσπάθησε να αντισταθεί σε υποτροπή της «νόσου» αλλά, χάρη και στη Γεωργία, δεν τα κατάφερε…Συνέβαλε, μάλιστα, πολύ στη διάδοση της ιδέας στους υπόλοιπους συγγραφείς των δυο τόμων, ανθρώπους πολυάσχολους και αναγνωρισμένου κύρους επιστήμονες όπως οι κ. κ. Κώστας Τσουρής, Μιχάλης Λυχούνας και η κ. Μαρία Πατέρα.

Ποια ήταν η «φαεινή» της;

Τόσοι και τόσοι τόποι, με μικρότερη «αξία» από τον δικό μας- σκέφτηκε- αναδεικνύονται μέσα από εκδόσεις σύγχρονες, μέσα από τη δημιουργία έργων αγάπης και «αυτογνωσίας». Εμείς, οι κάτοικοι Παναγίας, μήπως δεν αγαπάμε τον τόπο μας; Δε θέλουμε να γνωρίσουμε τις δυνάμεις μας; Τι μπορούμε να καταφέρουμε και τι δεν μπορούμε; Πώς θα μάθουμε για το “ιστορικό παρελθόν” της γειτονιάς μας; Πώς θα αποκτήσουμε συνείδηση για την ιστορικότητά της; Τι καλύτερο από μια έκδοση που θα προβάλει την παλιά πόλη της Καβάλας, παράλληλα με τις δημιουργικές δυνάμεις της νέας πόλης.

Η ιδέα της γεννήθηκε, τέσσερα χρόνια πριν, στη διάρκεια παρουσίασης του βιβλίου-λευκώματος του Πολιτιστικού Συλλόγου Ελευθερούπολης, Το πολύδωρο Παγγαίο. Για εκείνο το βιβλίο είχαν δουλέψει, ως «Μέλι των Γκρεμών», και οι δυο φίλοι της. Γιατί, λοιπόν, να μην έκαναν το ίδιο, όλοι μαζί πλέον, κάτι ανάλογο και για την «Παναγία»; Τους το πρότεινε, το ίδιο κιόλας βράδυ. Ήταν μια ιδέα που, εκείνη τη στιγμή, ήχησε τρελή στ’ αυτιά των κουρασμένων φίλων της.

Λίγες, όμως, μέρες μετά, μια παρέα θα βρεθεί στο αναψυκτήριο του Ιμαρέτ, για να συζητήσει πιο σοβαρά την ‘τρελή’ ιδέα. Μια έκδοση τοπικής ιστορίας μαζί μ’ ένα φωτογραφικό λεύκωμα δεν ήταν, βέβαια, κάτι που σπανίζει στις μέρες μας. Στα βιβλιοπωλεία, υπάρχουν πολλά τέτοια βιβλία, για διάφορα μέρη, αλλά για την Καβάλα; Αλήθεια, τι υπάρχει για την Καβάλα, που να είναι προσιτό στο ευρύ κοινό;

Στην παρέα του Ιμαρέτ πιο ενθουσιώδης με την ιδέα φαινότανε ο Κώστας Ορφανίδης. Τα χρόνια του δεν είχαν σβήσει την νεανική του ορμή να προσφέρει, κατά τις δυνάμεις του, στην διάσωση της ιστορικής μνήμης. «Σε λίγους μήνες, εγώ θα είμαι έτοιμος»… Ο αδόκητος θάνατός του μας έκανε να τον κλάψουμε τον κύριο Κώστα, γιατί η πρόθυμη ανταπόκρισή του στο αίτημά μας, να γράψει για το βιβλίο του τόπου μας, μάς στήριξε τόσο στην αρχή, που το όνειρο έλαβε σάρκα και οστά…

Πολλές φορές συναντηθήκαμε, έκτοτε, στο τότε αναψυκτήριο «Ιμαρέτ», με πολλούς ανθρώπους που ο καθένας τους βοήθησε με τον τρόπο του και τη δουλειά του στην υλοποίηση της ιδέας. Οι συγγραφείς των δυο τόμων, οι φωτογράφοι, οι χορηγοί, οι άνθρωποι του Πολιτιστικού Συλλόγου της Παναγίας, οι γραφίστες και πολλοί άλλοι φίλοι και γνωστοί, άνθρωποι της συνοικίας και της πόλης, με την ευκαιρία της έκδοσης αποκάλυψαν καλές και κακές τους πλευρές, γνωρίστηκαν καλύτερα, συζήτησαν, συγκρούστηκαν, φίλιωσαν. Αναζήτησαν, αμφισβήτησαν, ανακάλυψαν…

Οι πόρτες των σπιτιών της γειτονιάς άνοιξαν, για να δεχτούν τη Λένα Παπέλη και το Νίκο Καραγιαννακίδη, τον ιστορικό των Γενικών Αρχείων του κράτους, που έκανε με τις προφορικές συνεντεύξεις τα μάτια των παππούδων και των γιαγιάδων της γειτονιάς να δακρύσουν. Οι μνήμες τους δεν είναι για πέταμα, θα μπαίνανε σ’ ένα βιβλίο, θα σώζονταν… Όπως κι οι παλιές, κιτρινισμένες φωτογραφίες τους, κι ό,τι άλλο προσέφεραν από καρδιάς στο Αρχείο που με ζήλο υπηρετούν ο Κυριάκος Λυκουρίνος και ο Νίκος Καραγιαννακίδης. Με την ευκαιρία της έκδοσης διασώθηκε ό,τι αλλιώς θα παραδίδονταν στην καταστροφική μανία του χρόνου και της αδιαφορίας.

Με πολύ μεράκι δούλεψε, για μια ακόμα φορά, ο Αργύρης Μπακιρτζής, που χρόνια μάχεται δονκιχωτικά ως «διασώστης» της φυσιογνωμίας της παλιάς πόλης. Η συνδρομή του στην παρούσα έκδοση είναι παραπάνω από σημαντική και δεν περιορίζεται στο κείμενό του και στην επιμέλεια του φωτογραφικού μέρους της δουλειάς του.

Έμπρακτο και συγκινητικό το ενδιαφέρον για την έκδοση, που έδειξαν και οι φωτογράφοι των δυο τόμων, Θωμάς Κολιτσίδης, Θόδωρος Παπαδόπουλος, Γιώργος Παρσαλίδης, και Αχιλλέας Σαββόπουλος, που, ιδίοις αναλώμασι, αποτύπωσαν στις φωτογραφίες τους το σημερινό πρόσωπο της ιστορικής χερσονήσου. Επιβιβάστηκαν σε βάρκες, σκαρφάλωσαν σε μαντρότοιχους, ανέβηκαν σε στέγες, εισέβαλαν σε ερειπωμένα σπίτια, περπάτησαν ξανά και ξανά στα λημέρια μας, αναζητώντας τις μαγικές τους εικόνες.

Το υλικό που τελικά συγκεντρώθηκε προς δημοσίευση, προέκυψε τόσο πλούσιο, που δεν ήταν δυνατόν να χωρέσει σ’ ένα και μόνο βιβλίο. Το απαιτούμενο ποσό για την ταυτόχρονη έκδοση δυο τόμων, ξεπερνούσε κατά πολύ τις προβλέψεις και τις οικονομικές δυνατότητες ενός συνοικιακού συλλόγου. Έχοντας εξασφαλίσει μέρος μόνο του απαραίτητου ποσού από χορηγίες, και μπροστά στο κίνδυνο της ματαίωσης του όλου εγχειρήματος, τα μέλη του Δ. Σ. έλαβαν τη γενναία απόφαση, να χρηματοδοτήσουν οι ίδιοι την έκδοση, καταφεύγοντας, αν χρειαστεί, ακόμα και στη λήψη προσωπικών τραπεζικών δανείων.

Κάπου εδώ τελειώνει η ‘ιδιοτελής’ αφήγηση της ιστορίας τής παρούσας έκδοσης. Ελπίζω πως φωτίζει κάπως τις προθέσεις, τα κίνητρα και τη σκοπιμότητά της. Μετά από τέσσερα χρόνια συνεχούς ενασχόλησης, το βιβλίο της Παναγίας, βρίσκεται επιτέλους στα χέρια των συντελεστών και των αναγνωστών του. Αν οι πρώτοι κατάφεραν ένα παραπάνω βήμα στο δρόμο της συλλογικής δουλειάς και της διάσωσης στοιχείων της ιστορικής μνήμης, είναι κάτι που θα το κρίνουν οι δεύτεροι. Όμως, ακόμα κι αν οι αναγνώστες κρίνουν αυστηρά τις παραλείψεις και τα λάθη της έκδοσης, παραμυθία δική μας θα παραμείνει η παράξενη ομορφιά του χώρου μας – κλεισμένη πλέον σ’ αυτήν την κασετίνα

Η γοητεία του τόπου είναι που γέννησε κι αυτό το βιβλίο. Πάντα μαζί με το φαρμάκι του που, παραδόξως, μας δυναμώνει. Γιατί «Παναγία» σημαίνει και εγκατάλειψη. Από τους κατοίκους της, που προτίμησαν να φύγουν για αλλού, από δημόσιους φορείς που υπήρξαν «αναποτελεσματικοί». Συμφέροντα οικονομικά να κυριαρχούν και να διαμορφώνουν τη νέα όψη της παλιάς πόλης. Σπίτια ετοιμόρροπα και σπίτια νεόπλουτων εντελώς άσχετα με το χαρακτήρα του παλιού οικισμού. Φτώχεια των πολλών και πλούτος των ελαχίστων. Λίγοι οι νέοι και πολλοί οι γέροι- κάποιοι αφημένοι στην «τύχη» τους.

Μια κεντρική αρτηρία, η Θ. Πουλίδου, πολυσύχναστη και συχνά μποτιλιαρισμένη, και παραμέσα σοκάκια με ελλιπή φωτισμό, σκουπίδια και βρομόνερα. Πεζούλια που προσφέρουν ξεκούραση στις γιαγιάδες και ανηφόρες όπου αγκομαχούν οι φορτωμένοι με τα ψώνια γέροι. Σκαλάκια, όπου ιδροκοπάμε, και δρομάκια που επιτρέπουν το παιχνίδι στα παιδιά μας.

Αρχαία τείχη που γκρεμίστηκαν και τείχη που πάνω τους εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες του ΄22. Και καινούργιοι πρόσφυγες, οι οικονομικοί μετανάστες που κατοικούν στα ερειπωμένα σπίτια, δίπλα στους παλιούς πρόσφυγες. Το Ιμαρέτ πάνω στο κατεστραμμένο ιερό της Παρθένου, το μοναδικό αυτό μουσουλμανικό ιεροδιδασκαλείο και πτωχοκομείο, που διασώθηκε από ιδιώτη, για να μετατραπεί από μνημείο σε ξενοδοχείο πολυτελείας. Απέναντι ταβέρνες με άσχετες φωτεινές επιγραφές και πλαστικές καρέκλες. Το νέο «Τεμπελχανείο» αντίκρυ στο παλιό τεμπελχανείο, το Ιμαρέτ, που άλλαξε χρήση και διάγει πλέον τη νέα του ζωή.

Το κάστρο στα ψηλά του βράχου, το τελωνείο και το λιμάνι στα χαμηλά του. Ο Φάρος στο άκρο της χερσονήσου και ο ναός της Παναγίας στη θέση της βυζαντινής εκκλησίας, που γκρεμίστηκε γιατί ήταν, λέει, μικρή…Το κονάκι του Μεχμέτ Αλή, που ετοιμάζεται για ρεστοράν, και το έφιππο άγαλμά του, με τα νώτα στραμμένα στη θάλασσα, να το κοιτάζει…Τα μισογκρεμισμένα σκαλάκια που οδηγούν στον περίδρομο του τείχους όπου τα παιδιά μας έχουν κάνει τις πρώτες αναρριχητικές διαδρομές τους και η παλιά φυλακή που λειτουργεί ως σχολείο. Μονόπετρο και μακροβούτια, κολύμπι σε νερά άλλοτε διάφανα κι άλλοτε «ύποπτα», κατά το πώς θέλουν τα θαλάσσια ρεύματα Τα γκρεμισμένα λουτρά, που ανήκουν στο παρελθόν, και το τζαμί της Μουσικής με την ελπίδα να έχει μέλλον καλύτερο από το παρόν του

Η διαφάνεια της ζωής που απορρέει από τοίχους «που έχουν αυτιά», σε σπίτια που εφάπτονται, με εξώπορτες ακόμα ανοιχτές. Κι απ΄ την άλλη το μυστήριο της ζωής που αποκαλύπτεται σε οδούς και παρόδους όπου μπορείς και να χάνεσαι, σε κρύπτες και μυστικά περάσματα, σε φήμες για «θησαυρούς», σε ονόματα και τοπωνύμια που θυμίζουν αυτό που από πάντα υπήρξε η παλιά πόλη… Χωνευτήρι πολιτισμών.

Όταν φυσά από τη μια μεριά της συνοικίας, στην άλλη έχει νηνεμία.

Η συνύπαρξη τόσων αντιθετικών στοιχείων όπως αυτή αποτυπώνεται στο χώρο, στα μνημεία της, στα κτίρια, στους δρόμους και στα στενά της, στα πρόσωπα και στις δραστηριότητες των ανθρώπων της. Μια συνύπαρξη που είναι το αποτέλεσμα συγκρούσεων και μαχών, στις οποίες κυριαρχούν, φυσικά, τα πιο δυναμικά στοιχεία. Ποια θα είναι αυτά τα πιο δυναμικά στοιχεία, που θα καθορίσουν το νέο πρόσωπο της παλιάς πόλης, θα μας το δείξει το μέλλον. Γι’ αυτό έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να ζεις και να κινείσαι σ’ αυτήν την γειτονιά.

Ελένη Γαραντούδη

 

Ο εξωραϊστικός πολιτιστικός σύλλογος της Παναγίας ‘Το Κάστρο’ στα πλαίσια των προσπαθειών του για τη διάσωση των ιστορικών τεκμηρίων της συνοικίας, το καλοκαίρι του 2005, έχει εκδώσει το δίτομο έργο Η παλιά πόλη της Καβάλας ( 7ος π. Χ.– 20ος ) Ο χώρος, οι άνθρωποι, τα τεκμήρια της ιστορίας.

Η δίτομη έκδοση περιλαμβάνει πρωτότυπα επιστημονικά κείμενα για την ιστορική χερσόνησο της Παναγίας, την παλιά πόλη της Καβάλας, της οποίας η ιστορία ταυτίζεται με την ιστορία της πόλης της Καβάλας από τα αρχαία μέχρι τα νεότερα χρόνια. Οι δυο τόμοι της έκδοσης έχουν τις διαστάσεις λευκώματος (32Χ24) με σκληρό εξώφυλλο, σε πολυτελή κασετίνα, με εξαιρετική φωτογραφική αποτύπωση των “προσώπων” της παλιάς πόλης και με εμπνευσμένη καλλιτεχνική επιμέλεια. Πρόκειται για μια έκδοση πολύτιμη για την ιστορία της πόλης, αφού στις 536 σελίδες της φιλοξενούνται μελέτες διαπρεπών αρχαιολόγων, ιστορικών, ερευνητών και επιστημόνων. Η συγκέντρωση του υλικού και η επιμέλεια των τόμων έγινε από την φιλόλογο Ελένη Γαραντούδη και τον συγγραφέα Βασίλη Κυριλλίδη.

Από το 2005 μέχρι σήμερα (2013) η έκδοση αυτή αποτελεί βιβλίο αναφοράς με πλήθος βιβλιογραφικές παραπομπές σε αυτήν από τους ερευνητές στις μεταγενέστερες εκδόσεις που σχετίζονται με την ιστορία της πόλης.

Στην έκδοση Η παλιά πόλη της Καβάλας ( 7ος π. Χ.– 20ος ) Ο χώρος, οι άνθρωποι, τα τεκμήρια της ιστορίας περιλαμβάνονται οι εξής μελέτες:

Τόμος Ι

1. Μαρία Νικολαϊδου-Πατέρα, Αρχαία Νεάπολις

Στο κείμενο της αρχαιολόγου της ΙΗ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων γίνεται μια συνοπτική παρουσίαση της αρχαίας περιόδου της ιστορικής χερσονήσου, από τη σελίδα 15 έως τη σελίδα 28 του πρώτου τόμου, από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου (1050-700 π. Χ.) όταν εμφανίζονται ενδείξεις κατοίκησης, τον 7ο αι π. Χ. όταν ιδρύεται η Νεάπολη ως αποικία της Θάσου μέχρι το 49 μ.Χ. όταν αποβιβάζεται στην Νεάπολη ο Απόστολος Παύλος. Συνοψίζοντας η αρχαιολόγος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Νεάπολη σ’ όλη τη διάρκεια των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων (6ος-4ος π. Χ. αιώνα) εποχή της ακμής της, αποτέλεσε ένα “χωνευτήρι” πολιτιστικών στοιχείων που διαμόρφωσαν τον πολιτισμό των παραλίων της Βόρειας Ελλάδας και επηρέασαν όλους τους γειτονικούς λαούς. Μετά την ίδρυση των Φιλίππων, η πόλη υποβαθμίζεται, εξακολουθώντας να αποτελεί και κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους λιμάνι και σταθμό της Εγνατίας οδού και μετονομάζεται από Νεάπολη σε Χριστούπολις στα τέλη του 8ου- αρχές του 9ου μ. Χ. αιώνα.

2 Μιχάλη Λυχούνα και Κωνσταντίνου Τσουρή, Νεάπολις- Χριστούπολις (300 μ. Χ.-1391 μ. Χ.)

Το κείμενο των δυο αρχαιολόγων αποτελεί συνοπτική παρουσίαση της βυζαντινής περιόδου (παλαιοχριστιανική περίοδος- μεσοβυζαντινή περίοδος και υστεροβυζαντινή περίοδος), από τη σελίδα 29 μέχρι τη σελίδα 50 του πρώτου τόμου, από το 300 μ. Χ. όταν η Νεάπολις ήταν κάστρο λιμάνι στην πορεία της Εγνατίας οδού μέχρι το 1391 όταν η πόλη (Χριστούπολις) καταστράφηκε από τον σουλτάνο Βαγιαζήτ Α΄ και οι κάτοικοί της εξανδραποδίστηκαν ή σκορπίστηκαν στις γύρω περιοχές και πόλεις. Συνοψίζοντας οι δυο αρχαιολόγοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η πόλη της χερσονήσου της Παναγίας ήταν ένας σχετικά μικρός οικισμός σε όλη τη διάρκεια του Βυζαντινού Μεσαίωνα και ο λόγος για τον οποίο αναφέρεται στα ιστορικά κείμενα είναι κυρίως η γεωγραφική της θέση. Όλοι οι στρατοί περνούσαν μπροστά από τα τείχη της, γιατί δεν υπήρχε κανένας άλλος δρόμος να ακολουθήσουν και γιατί η Χριστούπολις ήταν ένα δυνατό κάστρο σε μια στρατηγική θέση.

3 Κυριάκου Λυκουρίνου, Η Καβάλα της Οθωμανικής περιόδου (τέλη 14ου αι.- 1912) Η παλιά πόλη-συνοικία της Παναγίας.

Το κείμενο του ιστορικού ερευνητή εκτείνεται από τη σελίδα 51 μέχρι τη σελίδα 232 του πρώτου τόμου και αποτελεί μια εκτενέστατη ολοκληρωμένη μελέτη της ιστορίας της παλιάς πόλης από την τουρκοκρατία μέχρι την απελευθέρωση της πόλης.

Στο εισαγωγικό σημείωμα γίνεται αναφορά στις αρχειακές πηγές τις οποίες χρησιμοποίησε ο ερευνητής και στο τέλος της μελέτης υπάρχει εκτενέστατη και πλήρης βιβλιογραφία.

Η μελέτη απαρτίζεται από τρία κεφάλαια.

Στο πρώτο κεφάλαιο εξετάζεται ο μετασχηματισμός της πόλης από τη βυζαντινή Χριστούπολη στην οθωμανική Καβάλα (τέλη 14ου αι-1530), η κατάληψη και οι συνέπειές της, οι παράγοντες ανασυγκρότησης της πόλης, το όνομα “Καβάλα”.

Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται η οργάνωση του χώρου της παλιάς πόλης (1530-1864), η Ακρόπολη, τα τείχη, το Ιμαρέτ, οι συνοικίες της οθωμανικής πόλης, οι εθνοθρησκευτικές ομάδες, οι συνθήκες της ζωής ως προς τη στέγαση, το οδικό σύστημα, την ύδρευση, την υγιεινή και η γενική εικόνα της χερσονήσου της Παναγίας.

Στο τρίτο κεφάλαιο εξετάζεται η Παναγία στο πλαίσιο της ελληνικής κοινότητας (19ος- 20ος αι.) Στο μέρος αυτό γίνεται αναφορά στη εκκλησία και την ενορία της Παναγίας, στα Σχολεία της και την εκπαίδευση, στην οργάνωση και διοίκηση της κοινότητας και σε όψεις του κοινοτικού βίου στην Παναγία, όπως οι αρραβώνες, οι γάμοι, τα διαζύγια, τα γηρατειά, ο θάνατος, η υιοθεσία, η κοινωνική πρόνοια, το κοινοτικό δικαστήριο.

Ο Επίλογος της μελέτης αναφέρεται στη διετία 1912-13 και καταλήγει στο ότι η Παναγία από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 είναι μια “νέα συνοικία”. Το παλιό ιστορικό κέντρο της οθωμανικής πόλης αλλάζει φυσιογνωμία μετά από πέντε αιώνες και μετεξελίσσεται σε μια προσφυγογειτονιά, ακολουθώντας την κοινή μοίρα του ξεριζωμένου προσφυγικού Ελληνισμού.

Τόμος ΙΙ

1. Νίκου Ε. Καραγιαννακίδη, Όψεις της καθημερινής ζωής στη συνοικία “Παναγία” Καβάλας (1922-1987) όπως προκύπτουν από προφορικές μαρτυρίες κατοίκων.

Η ιστορική μελέτη των 210 σελίδων που φιλοξενείται στον δεύτερο τόμο της έκδοσης εξετάζει, όπως γίνεται αντιληπτό και από τον τίτλο της, την καθημερινή ζωή των κατοίκων της Παναγίας στο διάστημα 1922, όταν συνέρρευσαν στην Καβάλα χιλιάδες πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο, μέχρι το 1987. Σκοπός της μελέτης ήταν η καταγραφή μαρτυριών που βοηθούν στη σύνθεση της “Ιστορίας της Καθημερινότητας”.

Ο ιστορικός, αφού δίνει πρώτα επαρκείς εξηγήσεις για τη μέθοδό του, της δημιουργίας δηλαδή αρχείου προφορικής ιστορίας, με μαρτυρίες παλιών και νεότερων κατοίκων της Παναγίας σχετικά με την καθημερινή ζωή στη συνοικία, αναφέρεται στην 1ο ενότητα της μελέτης στην εγκατάσταση των προσφύγων στην Καβάλα και στη συνοικία, και στην 2η ενότητα στην εργασία των προσφύγων και των κατοίκων της χερσονήσου, στην καπνεργασία από τον πόλεμο μέχρι το “άνοιγμα” του καπνεργατικού επαγγέλματος (1953), στη μετανάστευση (1953-1974) και στην οριστική αλλαγή (1974-1987), όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1980, η γειτονιά των καπνεργατών και των ψαράδων γίνεται μια συνοικία κατοικημένη από συνταξιούχους, εμπόρους και υπαλλήλους, ιδιωτικούς και δημόσιους.
Στο 2ο μέρος της ενότητας αυτής γίνεται αναφορά στους χώρους, στα καταστήματα της συνοικίας από το 1922 μέχρι τον πόλεμο, μετά από το 1940 μέχρι το 1987, στην κεντρική οδό Πουλίδου και στις άλλες οδούς, και στο 3ο μέρος παρουσιάζονται οι πλανόδιοι και οι εργαζόμενοι κατ΄οίκον.

Η 3η ενότητα εξετάζει το ζήτημα της στέγασης. Το 1ο μέρος της τιτλοφορείται “από τις αποθήκες και τα ντουλάπια στα ανταλλάξιμα και τις δόσεις (1922-1945)”, το 2ο φέρει τον τίτλο “μερεμέτια” και ιδιόκτητα σπίτια” και το 3ο “πορεία προς τα διαμερίσματα και τον…αυτοσχεδιασμό”.

Η 4η ενότητα παρουσιάζει τις συνθήκες ζωής των κατοίκων, το πρόβλημα της υδροδότησης, συσκευές πριν και μετά το ηλεκτρικό ρεύμα, το πρόβλημα της θέρμανσης, το ζήτημα της ατομικής καθαριότητας και υγιεινής, το έργο των δημοτικών αρχών όπως η αποκομιδή των απορριμμάτων, η αποχέτευση και η οδοποιία, η πρόσβαση των οχημάτων και ο εξωραϊσμός της συνοικίας.

Η ζωή “εντός των τειχών” και πιο συγκεκριμένα στο Ιμαρέτ είναι το αντικείμενο της 5ης ενότητας, ενώ η διατροφή αποτελεί το θέμα της 6ης ενότητας.

Ένδυση και υπόδηση απασχολούν την 7η ενότητα ενώ η εκπαίδευση κυριαρχεί στην 8η ενότητα της μελέτης. Η 9η ενότητα είναι αφιερωμένη στον κόσμο των παιδιών και η 10η στην ψυχαγωγία και τη διασκέδαση

Ήθη και αντιλήψεις για τη ζωή παρουσιάζονται στην 11η ενότητα ενώ η 12η κάνει αναφορά στα έθιμα, η 13η στην συμμετοχή στην πολιτική ζωή, και η 14η στη θρησκευτική ζωή και στις πλευρές της.

Παλιά κτίρια και μνημεία, όπως τα μουσουλμανικά τεμένη και η μοίρα τους, παλιά σπίτια και κτίρια της συνοικίας και η χρήση τους από τις κατά καιρούς εξουσίες, η παλιά εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου, το άγαλμα του Μεχμέτ Αλή, το κονάκι του, το “Παλάτι” των Αιγυπτίων και τα απομεινάρια του, το “σπίτι του Στρατηγού” και οι μυστηριώδεις στοές αποτελούν τα θέματα της 15ης ενότητας, ενώ η 16η ενότητα αναφέρεται στις εθνοθρησκευτικές ομάδες και στους Εβραίους της συνοικίας, για να καταλήξει στο ότι η σύλληψη και η εξόντωση των Εβραίων της Παναγίας και της υπόλοιπης Καβάλας στέρησε την πόλη από μια δυναμική μερίδα κατοίκων της και από μια “χρωματιστή ψηφίδα” στο πολυεθνικό μωσαϊκό που τη συνέθετε μέχρι τότε. Η μεταπολεμική φυγή των περισσότερων από τους Αρμένιους ολοκλήρωσε το πέρασμα από την “πολυχρωμία” στη “μονοχρωμία”.

2. Αργύρη Μπακιρτζή, Παναγία Καβάλας, πολεοδομική και αρχιτεκτονική διερεύνηση

Ο γνωστός αρχιτέκτονας της 12ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στον δεύτερο τόμο της έκδοσης και στις σελ 217-304 διερευνά την Παναγία του σήμερα (2005), τον πολεοδομικό σχηματισμό της και τα σπίτια της ιστορικής συνοικίας, τα οποία εντάσσει σε πέντε ομάδες ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Τυπολογικές αποτυπώσεις, όψεις τομές και κατόψεις κτιρίων καθώς και παλιές ή δυσεύρετες φωτογραφίες συνοδεύουν το κατατοπιστικό κείμενο του αρχιτέκτονα.

Η έκδοση κλείνει με ένα ειδικό “αφιέρωμα” στην ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΒΑΛΑΣ, Η εικόνα της πόλης: “εκσυγχρονισμός”, μια φωτογραφική αντιπαράθεση που εμπνεύστηκε, δημιούργησε και επιμελήθηκε ο Αργύρης Μπακιρτζής. Πρόκειται για 112 ασπρόμαυρες φωτογραφίες (που οι πιο πολλές τραβήχτηκαν το καλοκαίρι του 1969 από τότε φοιτήτριες αρχιτεκτονικής στα πλαίσια εργασίας τους για την Παναγία) και από σχεδόν ισάριθμες έγχρωμες φωτογραφίες, σε αντιστοιχία με τις πρώτες, από το ίδιο περίπου σημείο λήψης, που τραβήχτηκαν το Μάρτιο του 2004 από τον Αργύρη Μπακιρτζή. Η σειρά των φωτογραφιών ορίζει δυο διαδρομές που μπορούν να βοηθήσουν τον επισκέπτη της παλιάς πόλης οδηγώντας τον στα πιο ενδιαφέροντα σημεία της.

Οι επιμελητές, οι συγγραφείς και οι φωτογράφοι της έκδοσης διέθεσαν τον πολύτιμο χρόνο τους για τη δημιουργία του έργου τους και της έκδοσης, χωρίς χρηματική αμοιβή.

Οι κάτοικοι της συνοικίας με τη φιλοξενία τους και την πολύτιμη συμβολή τους στη συγκέντρωση των προφορικών μαρτυριών και του φωτογραφικού υλικού, που μας παραχώρησαν από το προσωπικό τους αρχείο, συντέλεσαν τα μέγιστα στην υλοποίηση της έκδοσης, παράλληλα με τα μέλη του ΔΣ του συλλόγου μας.

Επόμενη εκδήλωση
Ο καιρός στην Καβάλα
+24
+29°
+21°
Καβάλα
Παρασκευή, 12